Του Αρχιμανδρίτη π. Συμεών Βενετσιάνου, Διευθυντής του Γραφείου Νεότητας της Αρχιεπισκοπής Αθηνών
«Ἐκάθισεν Καλλίνικος ἀπέναντι τοῦ Παραδείσου, καὶ τὴν τοῦ κόσμου γύμνωσιν θρηνῶν ὠδύρετο. Οἴμοι, τὸν ἀπάτῃ πονηρᾷ τόν ἄνθρωπον πεισθέντα καὶ κλαπέντα καὶ δόξης μακρυνθέντα! οἴμοι, τὸν ἁπλότητι γυμνόν, νῦν δὲ ἠπορημένον! Ἀλλ’ ὦ Παράδεισε, καί πάλιν τῆς τρυφῆς σου ἀπολαύσωμεν, καί πάλιν ὀψόμεθα τὸν Κύριον καὶ Θεόν ἡμῶν καὶ Πλάστην· εἰς γῆν τῶν καρδιῶν ἀπελεύσομαι καὶ τό Εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ διδάξω. Ἐλεῆμον Οἰκτίρμον βοῶ σοι· Ἐλέησον ἡμᾶς τούς μετανοῦντας» (στίχοι ἀπό τό Δοξαστικό τοῦ Ἑσπερινοῦ Κυριακῆς τῆς Τυρινῆς).
Ἐκείνη τήν Κυριακή τῆς Τυρινῆς τοῦ 2020 στόν Μητροπολιτικό Ναό τοῦ Πειραιᾶ, ὅλα εἶχαν ἕνα διαφορετικό ὑπερούσιο νόημα, ἀκόμη καί οἱ ὕμνοι τῆς θείας λατρείας. Στό κέντρο, ἐκεῖ πού κάθε Μεγάλη Παρασκευή στήνεται ὁ Ἐπιτάφιος τοῦ Χριστοῦ, τώρα βρισκόταν τό σεπτό λείψανο τοῦ μακαριστοῦ Γέροντα Ἐπισκόπου Καλλινίκου, ἐκείνου πού γιά 28 χρόνια λειτουργοῦσε, εὐλογοῦσε, κήρυττε, καθοδηγοῦσε ἀπό τόν θρόνο καί τήν Ὡραία Πύλη τῆς καθέδρας τῆς Ἁγίας Τριάδος.
Ἦταν ἡ Κυριακή πρίν τόν ἐρχομό τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, καί στήν Ἐκκλησία «ἀνάμνησιν ποιούμεθα τῆς ἀπὸ τοῦ Παραδείσου τῆς τρυφῆς ἐξορίας τοῦ Πρωτοπλάστου Ἀδάμ». Στό κέντρο τοῦ Ναοῦ βρισκόταν τώρα ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος, πού, ἀδιάκοπα ὅλα τά χρόνια τῆς ἐπίγειας βιοτῆς του, στάθηκε ἀκάματος ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου γιά νά βοηθήσει τόν καθένα νά πάρει τόν ἀντίστροφο δρόμο, αὐτόν τῆς ἐπιστροφῆς στήν ἀληθινή πατρίδα, ἐκεῖ ἀπ’ ὅπου ἐξοριστήκαμε, ἐκεῖ ὅπου πραγματικά ἀνήκουμε, στόν παράδεισο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ!
Γιά τούς ἀνθρώπους σάν τόν Γἐροντα, πού μετροῦν τήν ἱστορία μέ τόν πῆχυ τῆς αἰωνιότητας καί τή ζωή τους μέ τόν πῆχυ τῆς εὐθύνης, δέν ἀρκοῦν οἱ θρῆνοι γιά τήν ἔκπτωση τῆς ζωῆς μας. Ξεκινοῦν ἀπό ἐκεῖ, ἀλλά γνωρίζουν νά μεταβάλλουν τόν καημό σέ ἄροτρο!
Ὁ σπόρος «ἔπεσεν εἰς τὴν γῆν τὴν ἀγαθήν» (Λουκ. η΄, 8) στά μαῦρα χρόνια τῆς Κατοχῆς, ὅταν ὁ δεκαπεντάχρονος Κωνσταντῖνος ξεκινοῦσε ἀπό τήν πατρίδα του, τό Βαρθολομιό Ἠλείας, γιά νά φθάσει μέ τά πόδια στή θεία Βάσω στή Γαστούνη, μέ τήν ἀξιόλογη βιβλιοθήκη. Ἡ ζωή τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ, ὁ «Εὐεργετινός» καί ἄλλα ἀσκητικά βιβλία θά ἀντικαταστήσουν σύντομα τά πολεμικά ἀναγνώσματα τῶν παιδικῶν χρόνων. Ὁ καλλιεργημένος, μέ τήν κατά Θεόν ἀλλά καί τή θύραθεν σοφία, Κληρικός θά γίνει τό πρότυπό του. Καί ἐκεῖνες οἱ ἐφηβικές διαδρομές θά ἀποτελέσουν τό ξεκίνημα ἑνός περιπετειώδους ταξιδιοῦ, πού θά διαρκέσει μιά ὁλόκληρη ζωή, σέ τόπους καί τρόπους, γιά νά φθάσει τό μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου σέ ὅλες τίς ἀνθρώπινες καρδιές. Αὐτό ἀκριβῶς, πού χρόνια ἀργότερα θά τραγουδήσουν τά παιδιά τῆς Φοιτητικῆς Ἐκκλησιαστικῆς Δράσης στόν Πειραιᾶ:
...μέχρι
τήν ἄκρη τοῦ κόσμου θά πᾶμε
γιά τήν ἀγάπη καί τή δόξα τοῦ Χριστοῦ!
Πρῶτος σταθμός ἡ πατρίδα του τό Βαρθολομιό –τό κέντρο τοῦ κόσμου, γιά ἐκεῖνον!- καί ἡ ὁμάδα τῶν φίλων καί συγχωριανῶν, πού συνεχῶς μεγάλωνε γιά νά ἀκούσει τά κατηχητικά μαθήματα καί τίς πρῶτες ὁμιλίες του. Στή συνέχεια ἡ Πάτρα, σέ ἕνα διευρυμένο κύκλο ἱεραποστολικῆς δράσης, κυρίως σέ νέους. Θά ἀκολουθήσει ἡ Ἀθήνα, οἱ μέχρι καί σήμερα συνεχιζόμενες ἀπό τά πνευματικά του παιδιά γόνιμες προσπάθειες στό Παγκράτι, ἡ ἐπιτυχημένη μοναστική ἐξόρμηση στά Μετέωρα, ἡ πνευματική καθοδήγηση μοναζουσῶν καί λαϊκῶν στήν Αἴγινα, τό φωτεινό παράδειγμα τῆς Συνοδικῆς Μονῆς Παναγίας Χρυσοπηγῆς –πού θά βρεῖ τελικά καί ἄλλους μιμητές-, ἡ συντονισμένη προσπάθεια στήν «Ἀποστολική Δακονία», τό πρωτοποριακό ἔργο στόν Πειραιᾶ, τά τελευταῖα χρόνια τῆς ἐπίγειας πορείας του, χρόνια περισυλλογῆς καί προσευχῆς, συγγραφῆς καί πνευματικῶν συμβουλῶν καί ὑποδείξεων σέ πολλούς. Τό χέρι τοῦ Θεοῦ θά προπορευθεῖ, ἀκόμη καί ὅταν οἱ πολλές καί ποικίλες δυσκολίες τοῦ βίου θά ἀπειλήσουν φαινομενικά μέ διακοπή τήν πνευματική ἐργασία. Συνεχῶς ὅμως θά ἀνοίγουν ὁρίζοντες γνήσιας κοινωνικῆς προσφορᾶς πρός τόν συνάνθρωπο μέ ὁδηγό τόν Θεάνθρωπο.
Καί ὄντως ὁ Παράδεισος ἄνοιξε! Πόσες ψυχές ὠφελήθηκαν, προβληματίσθηκαν, μεταμορφώθηκαν. Ἦταν ἡ σεμνοπρεπής λειτουργική παρουσία; Ἦταν ἡ δυναμική τοῦ λόγου; Ἦταν τά κύματα τοῦ ραδιοφώνου πού ἄνοιξαν πόρτες καί καρδιές; Ἦταν ἡ διαπροσωπική ἐπαφή, συνήθως σέ ἕναν παράδοξο συνδυασμό αὐστηρότητας καί φιλανθρωπίας; Ἦταν ἡ προσέγγιση τῆς νεολαίας, σέ χρόνους πού κάτι τέτοιο σχεδόν ἀπαγορευόταν σέ πολλούς ἐκκλησιαστικούς κύκλους ὡς δῆθεν «ὀργανωσιακό» ἤ καί «προτεσταντικό»; Ἦταν ἡ φροντίδα γιά τήν οἰκογένεια, γιά τόν ἐπιστημονικό κόσμο, γιά τούς ἐλάχιστους ἀδελφούς μας, γιά τούς ἐργάτες τοῦ μόχθου; Ἦταν τό περιοδικό, ὁ ραδιοφωνικός σταθμός, τά σχολεῖα, ἡ κατασκήνωση, οἱ ἐκδρομές, οἱ γιορτές τῆς νεολαίας, οἱ φιλανθρωπικές δράσεις; Ἦταν ὅλα αὐτά μαζί. Καί πάνω ἀπό αὐτά –πού αἱμοδοτοῦσε ὅλα αὐτά- ἡ εὐθύνη τῆς πατρικῆς στοργῆς καί καθοδήγησης. Γιατί ἀπό τόν πρῶτο μικρό ὅμιλο στό Βαρθολομιό μέχρι τό τέλος τῆς ζωῆς του, ἀπό τά δεκαπέντε του μέχρι τά ἑνενήντα τέσσερα ἦταν ὁ πατέρας καί γέροντας, ὀγδόντα ὁλόκληρα χρόνια εἰλικρινοῦς ἀγωνίας, τῆς πατρικῆς ἀγωνίας... Ἀκόμη καί στίς δύσκολες στιγμές, πού ποτέ δέν ἔλειψαν, μπορεῖ γιά ἀρκετά νά τόν κριτίκαραν, ἀλλά οὐδέποτε σκέφθηκε κανείς νά τοῦ ἀμφισβητήσει αὐτή τήν ἰδιότητα, πού εἶχε δικαιωματικά κερδίσει. Ἑκατοντάδες, ἴσως καί χιλιάδες ἄνθρωποι, τόν τίτλο αὐτό, τοῦ γέροντα, δέν τόν εἶπαν ποτέ ἄλλοτε καί γιά κανένα ἄλλον ἄνθρωπο, παρά μόνο γιά ἐκεῖνον.
Καί ὄντως ὁ Παράδεισος ἄνοιξε! Σήμερα πιά δέν δείχνει ἁπλῶς τόν δρόμο, ἀλλά ὑποδέχεται ἐκεῖ τούς κουρασμένους διαβάτες τοῦ βίου.
Ὅταν τό 2003 ἐκδόσαμε τόν ἀφιερωματικό τόμο «25 χρόνια προσφορᾶς καί ἀγάπης» μέ ἀφορμή τή συμπλήρωση εἰκοσιπενταετοῦς ἐπισκοπικῆς διακονίας του στόν Πειραιᾶ, φιλοξενούσαμε (σελ. 22) καί τά παρακάτω λόγια του, ἀπόσπασμα ἀντιφώνησής του σέ τιμητική ἐκδήλωση τοῦ Δήμου Πειραιᾶ, πού ἐκφράζουν τήν ἀπόλυτη αὐτοσυνειδησία του τόσον ὡς Ἐπισκόπου ἀλλά κυρίως ὡς Πατέρα ὅλων:
«Μοναδική μου πρόθεση εἶναι ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ καί ἡ ὠφέλεια τοῦ λαοῦ μας. Ἀγάπησα τήν Ἐκκλησία καί ἀφιερώθηκα στήν ἱεραποστολή ἀπό τά παιδικά μου χρόνια. Θέλω νά συνεχίσω νά διακονῶ τόν λαό μας. Ἄλλως δέν ἔχω λόγο παρουσίας, γιατί ὁ Ἐπίσκοπος ζεῖ γιά τόν λαό καί πρέπει νά ζεῖ γιά τόν λαό… Ἔχω συναίσθηση πατέρα. Ὁ πατέρας πρέπει νά θυσιάζεται γιά τά παιδιά του. Καί ὅταν θυσιάζεται κάνει ἁπλῶς τό καθῆκον του, δέν κάνει κάτι περισσότερο. Αὐτό προσπάθησα νά κάνω, δέν εἶδα τόν ἑαυτό μου κάπως ἀλλιῶς παρά σάν πατέρα τοῦ λαοῦ. Καί ἔτσι θέλω νά πεθάνω: Σάν πατέρας τοῦ λαοῦ μου».
Τά λόγια ἐκεῖνα ἀπεδείχθησαν προφητικά καί ἀληθινά, «πολυτίμητον τζιβαϊρικόν», ἱερά παρακαταθήκη καί κληρονομιά γιά ὅλους μας. Θά τά διαφυλάξουμε καί μέ αὐτό τό φρόνημα θά πορευτοῦμε, μαζί μέ τήν πατρική εὐχή του. Εἶναι τό πιό οὐσιαστικό ἀντίδωρο εὐγνωμοσύνης σέ ὅ,τι μᾶς προσέφερε. Ἄς εἶναι αἰωνία ἡ μνήμη του!








Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου